Το μάρμαρο είναι ένα υλικό που αν χρησιμοποιηθεί μόνο στις αναγκαστικές του χρήσεις θα έχει συνήθως ένα λευκό ή σχεδόν υπόλευκο χρώμα, αλλά εάν χρησιμοποιηθεί για να προσθέσει πολυτέλεια στο χώρο μπορεί να έχει διάφορα χρώματα, νερά ή κύματα, η ποκιλία των οποίων δεν έχει τέλος.
Οι πλάκες μαρμάρου μπορεί να φτάνουν σε μήκος και τα 2 μέτρα, αν και συχνότερα για μεγάλες επιφάνειες θα δούμε πλακίδια μαρμάρου μεγέθους όπως και τα κεραμικά πλακίδια (30cm Χ 30cm, 40cm Χ 40cm, 50cm X 50cm) ή και σε άλλα ορθογωνικά σχήματα.
Το πάχος είναι συνήθως 2 cm ή σπανιότερα 3 cm.
Το τυπικό ειδικό βάρος του μαρμάρου είναι περίπου:2700 Kg/μ3, έχει μεγάλη αντοχή στη θλίψη που σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνάει ακόμα και τα 150 Mpa.
Οι προσμίξεις που θα έχει το μάρμαρο είναι αυτές που θα του χαρίσουν τους κυματισμούς ή τα νερά που το διακρίνουν, ενώ συγχρόνως θα μειώσουν πιθανώς και την αντοχή του.
Η τοποθέτηση του μαρμάρου γίνεται πάντα σε ένα σταθερό και οριζόντιο υπόστρωμα.
Συνήθως χρησιμοποιούμε γι αυτή τη δουλειά τσιμεντοκονία, ώστε το υπόστρωμα να είναι στέρεο και ανθεκτικό.
Στις περισσότερες περιπτώσεις το υπόστρωμα τσιμεντοκονίας το βάζουμε πάνω σε πλάκα από μπετό.
Εάν το υπόστρωμα απορροφήσει υγρασία ενδέχεται να φουσκώσει ή να υποχωρήσει, οι πλάκες μαρμάρου θα ξεκολλήσουν και το κόστος και η ταλαιπωρία της επισκευής θα είναι μεγάλα.
Οι πλάκες από μάρμαρο επικολούνται πάνω στο υπόστρωμα με μαρμαρόκολλα κατά τον ίδιο τρόπο που τοποθετούνται τα κεραμικά πλακίδια.
Η μαρμαρόκολλα απλώνεται με χτενωτή σπάτουλα και τα κομμάτια του μαρμάρου τοποθετούνται ώστε να βρίσκονται όλα στο ίδιο οριζόντιο επίπεδο, το οποίο επιτυγχάνεται με ελαφρό χτύπημα των κομματιών και συνεχή έλεγχο με αλφάδι σε σχέση με τα διπλανά κομμάτια.
Η κάθε πλάκα μαρμάρου δεν πρέπει να προεξέχει καθόλου από τις διπλανές της. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε κακοτεχνία και στην περίπτωση που η προεξοχή είναι περισσότερη από μερικά χιλιοστά, ενδεχομένως και κίνδυνο ατυχήματος.
Εάν ο συγκεκριμένος χώρος απαιτεί ελαφρές ρύσεις, π.χ. για να διοχετεύονται τα νερά προς κάποια κατεύθυνση, αυτό πρέπεινα γίνει στη φάση του γεμίσματος με τσιμεντοκονία.
Σαν υλικό,το μάρμαρο έχει σημαντικό συντελεστή θερμοδιαστολής.
Κατά συνέπεια πρέπει να δημιουργούνται αρμοί περιμετρικά, εκεί δηλαδή που το μάρμαρο θα έρθει σε επαφή με τους τοίχους,αλλά και ανάμεσα στις πλάκες μαρμάρου. Παρόλο που αισθητικά μπορεί να είναι προτιμότερη η τοποθέτηση πλακιδίων μαρμάρου χωρίς αρμούς, σε κάποιες περιπτώσεις, τεχνικά είναι σωστότερη η επιλογή της χρήσης αρμού και παρέχει μακροβιότερη κατασκευή.
Εάν δεν θέλουμε να έχουμε αρμούς ανάμεσα στις πλάκες μαρμάρου, τότε οπωσδήποτε θα πρέπει να εξασφαλίσουμε την ύπαρξη αρμών περιμετρικά. Οι αρμοί αυτοί θα καλυφθούν ακολούθως με σοβατεπί απο το ίδιο μάρμαρο.
Τα μάρμαρα που θα μπουν σε ποδιές παραθύρων θα πρέπει να τοποθετηθούν στη διάρκεια των σοβατισμάτων. Συγκεκριμένα, θα πρέπει την ώρα που γίνεται το λάσπωμα (2η στρώση σοβά) και πριν από το μάρμαρο (3η στρώση σοβατίσματος), να τοποθετηθούν οι μαρμαροποδιές ώστε να μην μείνει μερεμέτι.
Στις περιπτώσεις των ορθομαρμαρώσεων χρειάζεται πάρα πολύ προσοχή ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οξείδωσης των αγκυρίων (δηλαδή των μεταλλικών τμημάτων που συγκρατούν το μάρμαρο στον τοίχο), οπότε με το χρόνο θα λεκειαστεί το μάρμαρο.
Οι ορθομαρμαρώσεις θα πρέπει πάντα να γίνονται από ικανό και έμπειρο συνεργείο γιατί υπάρχει πάντα ο κίνδυνος αποκόλλησης ενός μαρμάρου και ενδεχόμενο σοβαρού ατυχήματος.
Το ''μισοτσίμπουκο'' (καμπύλωμα στην πάνω πλευρά), το ''μπιζουτέ'' (γωνία στην κάτω πλευρά) και ο ''ποταμός'' (μικρό κανάλι στην κάτω πλευρά για να σταματάει τα νερά), είναι απαραίτητα στις ποδιές των παραθύρων.
Η πλευρά της μαρμαροποδιάς με τα παραπάνω 3 χαρακτηριστικά, τοποθετείται πάντα στην εξωτερική πλευρά του παραθύρου, ενώ εσωτερικά η ποδιά τοποθετείται πάντα πρόσωπο με τον τοίχο.