Ποια είναι η διαφορά της συμβατικής από την ανεστραμμένη στέγη:
Στην συμβατική στέγη στεγανοποιούμε την θερμομόνωση, ενώ στην ανεστραμμένη θερμομονώνουμε την στεγανοποίηση.
Με πιο απλά λόγια : Στην πρώτη τοποθετούμε την στεγανοποίηση πάνω από την θερμομόνωση, στην δεύτερη κάνουμε το αντίθετο.
Ενώ λοιπόν η στεγανοποίηση για να μην υπόκειται σε φθορά έχει ανάγκη να έχει πάνω της θερμομόνωση, η ίδια η θερμομόνωση για να ανταπεξέλθει στο αίτημα αυτό, πρέπει να μην έχει ανάγκη την στεγανοποίηση.
Με άλλα λόγια για να τοποθετηθεί αυτή πάνω από την στεγανοποίηση και να την προστατεύει πρέπει η ίδια να είναι ανεπηρρέαστη από την βροχή και τους εξερχόμενους υδρατμούς.
Η ανεστραμμένη λοιπόν στέγη μπορεί να εφαρμοσθεί μόνον εαν χρησιμοποιήσουμε θερμομονωτικό υλικό που δεν θα επηρεάζεται από την παρουσία του νερού σε οποιαδήποτε μορφή.
Αυτό, το σύγχρονης τεχνολογίας υλικό, είναι η εξηλασμένη πολυστυρόλη κλειστών κυψελών.
Το σημαντικότερο δε των πλεονεκτημάτων του υλικού αυτού και κατ' επέκταση της ανεστραμμένης στέγης είναι το γεγονός ότι η στεγανοποίηση κάτω από την θερμομόνωση πλέον λειτουργεί σε ένα περιβάλλον όπου η ζωή της μπορεί να επιμηκυνθεί και να ταυτιστεί με την ζωή του κτιρίου.
Η ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΣΤΡΑΜΜΕΝΗΣ ΣΤΕΓΗΣ ΑΠΟ ΚΑΤΩ ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΠΑΝΩ
Η σωστή σειρά κατασκευής της ανεστραμμένης στέγης (από κάτω προς τα επάνω) είναι :
Μπετόν ---> Ρύσεις ---> Στεγανοποίηση ---> Θερμομόνωση ---> Γεωύφασμα ---> Τελική τσιμεντοκονία
Ξεκινώντας λοιπόν από κάτω προς τα επάνω εφαρμόζουμε τα εξής:
Μπετόν στεγανοποιημένο :
Η κατασκευή της ανεστραμμένης στέγης αρχίζει από την πλάκα του μπετόν. Είναι πάντα επιθυμητή εκεί η προσθήκη ενός καλού στεγανοποιητικού προσμίκτου κατά την διάρκεια της σκυροδέτησης.
Τσιμεντοκονία ρύσεων:
Πάνω στην πλάκα της ταράτσας είναι απαραίτητη η διαμόρφωση στεγανών ρύσεων προς τις υδρορροές.
Οι στεγανοποιήσεις δωμάτων είναι συνδυασμός του στεγανοποιητικού υλικού και των ρύσεων. Κανένα στεγανοποιητικό υλικό, οποιουδήποτε τύπου, δεν κατορθώνει να συγκρατεί μακροπρόθεσμα τα νερά αν δεν εδράζεται σε κεκλιμένη επιφάνεια 1-2%.
Οι ρύσεις λοιπόν είναι η προϋπόθεση για να έχει νόημα κάθε μετέπειτα στεγανοποιητική εργασία. Χωρίς αυτές ο παγετός και τα άλατα στα σημεία που λιμνάζει νερό, καταστρέφουν ταχύτατα και την στεγανοποίηση και τα υπερκείμενα της.
Εφαρμογή της στεγανοποίησης κατευθείαν πάνω στο μπετόν και διάστρωση των ρύσεων κάπου ψηλότερα, ή τελείως επάνω, οδηγεί σε εισροή υδάτων.
Αυτό γιατί κάθε στεγανοποιητικό υλικό όσο περίεργο και αν ακούγεται αυτό, είναι σχετικά πορώδες ώστε να επιτρέπει την έξοδο των υδρατμών.
Οι ρύσεις μειώνουν τον χρόνο παραμονής του ύδατος πάνω στην στεγανοποίηση, απάγοντας το διαρκώς και καταργούν τα σημεία που ο παγετός θα κατάστρεφε τόσο αυτήν όσο και την υπερκείμενη κατασκευή.
Στην κατασκευή των ρύσεων ο μεγαλύτερος κίνδυνος αστοχίας είναι η αποκόλληση τους.
Για να αποτραπεί αυτό πρέπει πάντα να προηγείται μια επαλειφόμενη συγκολλητική στρώση η λεγόμενη ιλύς πρόσφυσης και όσο αυτή είναι φρέσκια, να διαστρώνεται πάνω της το κονίαμα ρύσεων. Διατηρούμε πάντα σε ετοιμότητα, ένα μεγάλο δοχείο με την έτοιμη υδαρή ιλύ πρόσφυσης την οποία εφαρμόζουμε με σκούπα και με έντονες κινήσεις εμποτισμού.
Η ιλύς πρόσφυσης διατίθεται πλέον σαν έτοιμο υλικό, το οποίο απλά αναμιγνύουμε με νερό και είναι έτοιμο προς χρήση.
Πάνω στην φρέσκια ιλύ ακολουθεί πλέον η τσιμεντοκονία, στεγανοποιημένη και αντιπαγετική με πρόσμικτα μάζης και οπλισμένη με ίνες πολυπροπυλενίου που αντικαθιστούν το πλέγμα οπλισμού. Πάνω της μπορεί να εφαρμοσθεί οποιαδήποτε επιλεγείσα στεγανοποίηση.
Στεγανοποίηση :
Η στεγανοποίηση εφαρμόζεται πάντα αφού διαμορφωθούν οι ρύσεις 1-2%.
Μπορούμε να επιλέξουμε, ανάλογα με τα συνεργεία που διατίθενται, πολλά είδη στεγανοποιησεων. Άλλα απαιτούν κάποια εξειδίκευση και αλλά είναι μιά απλή επάλειψη που μπορεί να εφαρμόσει οποιοσδήποτε.
Μπορούμε να επιλέξουμε μία από τις ακόλουθες 4 στεγανοποιήσεις :
α) Αυτοκόλλητη μεμβράνη
Στην αυτοκόλλητη μεμβράνη ενσωματώνονται τα πλεονεκτήματα τόσο των μεμβρανών (ανθεκτική χημική σύσταση έναντι των ασφαλιστικών υλικών) όσο και του ασφαλτόπανου (ικανοποιητικό πάχος, ενσωμάτωση στο υπόβαθρο) αλλά και των επαλειφομένων υλικών (μη εξειδικευμένο συνεργείο, απουσία ειδικών εργαλείων κοπής φλογίστρων η κόλλας).
Η αυτοκόλλητη μεμβράνη μπορεί να εφαρμοστεί από μη εξειδικευμένα συνεργεία με μεγάλη απόδοση, χωρίς κίνδυνο αστοχιών αφού οι ραφές και η συγκόλληση αντικαθίστανται από την αυτοκόλλητη αυτοεπικάλυψη.
β) Εναλλακτικά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί πλαστομερικό ή ελαστομερικό ασφαλτόπανο μιας στρώσης με σχιστολιθική ψηφίδα.
γ) Μεμβράνη PVC.
δ) Επαλειφόμενο ελαστομερές το οποίο δίνει με την πήξη του μια στεγανοποιητική μεμβράνη υψηλών προδιαγραφών με μεγάλη ελαστικότητα.
Θερμομόνωση:
Μετά την στεγανοποίηση ακολουθεί θερμομόνωση μορφής εξηλασμένης πολυστυρόλης η οποία είναι ανθεκτική στο νερό και προστατεύει την στεγανοποίηση θερμικά και μηχανικά.
Πάνω από την θερμομόνωση τοποθετείται γεωΰφασμα.
Ο ρόλος του γεωυφάσματος :
Αφενός εμποδίζει να σταλάξει αριάνι από την υπερκείμενη τσιμεντοκονία κατεβάζοντας έτσι θερμογέφυρες στους αρμούς της θερμομόνωσης.
Αφετέρου διαχωρίζει κολυμβητά τα υπερκείμενα της θερμομόνωσης στρώματα τα οποία σαν μη θερμομονωμένα και σαν ορυκτής φύσης, υπόκεινται σε θερμική άρα και κινητική καταπόνηση που τείνουν να την μεταβιβάσουν.
Το επόμενο στάδιο δουλειάς είναι η κατασκευή μίας κολυμβητής τσιμεντοκονίας ενισχυμένης με ίνες πολυπροπυλενίου και γαλάκτωμα συνθετικής ρητίνης.
Η προσθήκη επιπλέον ενός καλού στεγανοποιητικού μάζης την καθιστά αντιπαγετική.
Επικόλληση Πλακιδίων :
Ακολουθεί η συγκόλληση πλακιδίων με κόλλες ελαστικές & αντιπαγετικές που είναι ειδικές κόλλες ταρατσών/βεραντών και δεν αφήνουν να αποθηκεύεται νερό.
Στοκάρισμα Πλακιδίων :
Το στοκάρισμα των πλακιδίων προτείνεται να γίνεται με στόκους αντιπαγετικούς χοντρόκοκκους.
Αρμοί διαστολής :
Ανάλογα με την γεωμετρία της κατασκευής θεωρείται απαραίτητος ο χωρισμός σε αρμούς διαστολής διαμήκεις και εγκαρσίους με ειδικές μαστίχες.
Επίσης ειδική μαστίχη θα πρέπει να μπει και στην ορθή γωνία επαφής του σοβατεπιού με το πλακάκι ώστε να δημιουργηθεί λεκάνη.