Βαφή και λουστράρισμα ξύλινης επιφάνειας


Γενικά η βαφή του ξύλου, χρησιμοποιείται για την ομογενοποίηση του χρώματος του,για τον συνδυασμό ξύλων διαφορετικού τόνου,για το κρύψιμο επιφανειακών ελαττωμάτων, για την αξιοποίηση ξύλων χαμηλής ποιότητας,και απλή αλλαγή του χρώματος του ξύλου σύμφωνα με την επιθυμία του πελάτη.

Το βάψιμο του ξύλου δεν αφορά όλο τον όγκο του,αλλά ένα πολύ επιφανειακό μόνο στρώμα, και για τον λόγο αυτό, μετά το πέρασμα της βαφής η επιφάνεια μπορεί να λειανθεί, μόνο αφού περαστεί ένα χέρι βερνικιού.

Το βάψιμο του ξύλου γίνεται με βαφές και χρωστικά. Οι βαφές είναι διαφανείς (ζωντανές), τα δε χρωστικά τείνουν να καλύψουν τα νερά του ξύλου.

Υπάρχουν όμως και χρωστικά υψηλής διαφάνειας που έχουν ένα αποτέλεσμα όμοιο με αυτό των βαφών.

Χρησιμοποιώντας τις βαφές επιτυγχάνουμε διαφάνεια και ζωηρότητα, καλύτερη σε σχέση με τα χρωστικά, τα οποία ομοιογενοποιούν πολύ περισσότερο το ξύλο και αντέχουν στο φως.

Η χρήση των χρωστικών είναι απαραίτητη στην περίπτωση που πρέπει να γίνουν παστέλ χρώματα που δεν επιτυγχάνονται μόνο με βαφές εξαιτίας της διαφάνειας τους. Οι βαφές των ξύλων μπορεί να διαλύονται με διαλύτη ή νερό.

Οι πρώτες χαρακτηρίζονται από γρήγορο στέγνωμα και μπορούν να δεχθούν υποστρώματα σχεδόν αμέσως, αλλά σε σύγκριση με του νερού παρουσιάζουν δυσκολίες στην ομοιογένεια του χρώματος.

Με τις βαφές νερού επιτυγχάνουμε πιο έντονα χρώματα, αλλά απαιτούν μακρύτερους χρόνους στεγνώματος και τείνουν να διογκώνουν το χνούδι του ξύλου.

Η επιλογή του τύπου βαφής λοιπόν πρέπει να γίνεται ανάλογα με την εργασία που επιθυμούμε, την επιφάνεια του ξύλου, τον τύπο του ξύλου και της τεχνικής που θα εφαρμοσθεί.

Σε κάθε περίπτωση είναι βασικό να λαμβάνουμε υπ'όψη την σταθερότητα στο φως της βαφής, για να αποφεύγουμε την αλλαγή του τόνου με τον χρόνο.

Ανάλογα με την βαφή έχουμε μικρότερη ή μεγαλύτερη σταθερότητα στο φως.

Οι υπεριώδες ακτίνες εκτός της βαφής επηρεάζουν και το ίδιο το ξύλο, αλλάζοντας το φυσικό του χρώμα.

Άλλο σημείο πολύ σημαντικό για την επιλογή βαφής είναι η ικανότητα διείσδυσης στο ξύλο, ιδιότητα που εξαρτάται από τις διαστάσεις των μορίων της βαφής. Μικρότερα μόρια μεγαλύτερη διεισδυτικότητα.

Η υψηλή διεισδυτικότητα(υψηλότερη με οργανικούς διαλύτες παρά με νερό) δεν είναι πάντα επιθυμητή διότι μπορεί να τονίζει κάποια ελαττώματα του ξύλου.

ΤΕΧΝΙΚΗ  ΠΕΡΑΣΜΑΤΟΣ  ΒΑΦΗΣ

Κανονικά η βαφή περνιέται με πινέλο, πιστόλι, κύλινδρο, σφουγγάρι και ηλεκτροστατικά.

Το πέρασμα με πινέλο, που έχει σχεδόν καταργηθεί σε βιομηχανικό επίπεδο εφαρμόζεται ακόμη σε περιπτώσεις ανώμαλων επιφανειών, διότι ο ψεκασμός δημιουργεί ζώνες σκιάς, κοντά στις γωνίες, ενώ επιτυγχάνεται καλύτερη ομοιογένεια με το πινέλο.

Τα πινέλα πρέπει να είναι απαλά και η βαφή πρέπει να περνιέται σε μεγάλες ποσότητες και ομοιογενώς σε όλη την επιφάνεια, πάντα σύμφωνα με τα νερά του ξύλου για να αποφεύγονται πινελιές επιπλέον στο πέρασμα με πινέλο είναι απαραίτητη η χρήση αργών διαλυτών, για να επιτύχουμε πιο ομοιογενές χρώμα έχοντας όμως υπ’ όψη ότι επιμηκύνονται οι χρόνοι εργασίας.

Για τον ψεκασμό χρησιμοποιούνται κανονικά πιστόλια που τροφοδοτούνται από αντλίες αέρος airless,ή πιο απλά από κοινά πιστόλια με δοχείο.

Μ'αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται μεγαλύτερη παραγωγικότητα, αλλά ταυτόχρονα και μεγάλη κατανάλωση οφειλόμενη στον υπερψεκασμό.

Τα μπεκ που χρησιμοποιούνται είναι 1.2 ως 1.5 χιλ. για παραδοσιακά πιστόλια και 0.5 ως 0.7 χιλ. για συστήματα υψηλής πίεσης τύπου airless.

Ένας έμπειρος βαφέας, καταφέρνει με πιστόλι να κατανέμει το προϊόν σε όλη την επιφάνεια του ξύλου, επιτυγχάνοντας έναν ομοιογενή χρωματισμό ακόμη και στα σημεία μεγάλης απορροφητικότητας που με το πινέλο θα γινόταν πιο σκούρα.

Αν πρέπει να βάψουμε επιφάνειες με γωνίες, πρέπει να χρησιμοποιούμε βαφή με αργό διαλύτη και χαμηλότερη πίεση αέρος.

Για προϊόντα τόρνου όπως καρέκλες …κλπ, η εφαρμογή γίνεται με εμβάπτιση.

Στην περίπτωση αυτή ο διαλύτης πρέπει να είναι αργός, για να επιτρέπει στη βαφή να απλώνεται σ'όλη την επιφάνεια χωρίς ν'αφήνει κηλίδες ή σταγόνες.

Για την τεχνική αυτή χρησιμοποιούνται πολύ οι βαφές νερού, που επιτυγχάνουν επιφάνειες πολύ ομοιογενείς χωρίς κατάλοιπα από σταγόνες.

Για επίπεδες επιφάνειες χρησιμοποιείται το πέρασμα με μηχανές κυλίνδρων.

Η βαφή είναι ειδικά παρασκευασμένη ώστε να μένει στον κύλινδρο και να κατανέμεται ομοιογενώς σ'όλη την επιφάνεια επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη παραγωγικότητα.

Χρειάζεται μεγάλη προσοχή στο μέτρημα του ιξώδους της βαφής στον κύλινδρο, τα  οποίο επιτυγχάνεται με την προσθήκη του ανάλογου διαλύτη.

Μία άλλη τεχνική που χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα παραγωγής επίπλων αναπαλαίωσης είναι το σκούπισμα με πανί.

Η βαφή περνιέται αρχικά με πιστόλι ή πινέλο και μετά, αφού περάσουν λίγα λεπτά, σκουπίζουμε με πανί βαμβακερό.

Επιτυγχάνεται έτσι καλή ομοιογένεια, αλλά τονίζονται οι πόροι επειδή το πανί οδηγεί το χρώμα υποχρεωτικά εκεί.

Για τον λόγο αυτό είναι καλό να χρησιμοποιούνται αργοί διαλύτες.

Τέλος, μία άλλη τεχνική που γίνεται με ειδικά μηχανήματα είναι ο ηλεκτροστατικός ψεκασμός.

Η αρχή λειτουργίας του, επιτρέπει το βάψιμο ταυτοχρόνως και της εμπρόσθιας και της οπίσθιας επιφάνειας.

Γενικά χρησιμοποιείται για αντικείμενα καμπύλα, ή προϊόντα τόρνου, δύσκολα κομμάτια δηλαδή για βαφή με κανονικό ψεκασμό.

Η τεχνική αυτή έχει σχεδόν ολοκληρωτικά αντικατασταθεί από την τεχνική της εμβάπτισης.

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΣΩΣΤΟ ΒΑΨΙΜΟ

Το σωστό βάψιμο είναι βασικό διότι τα λάθη, ειδικά σε ανώμαλες επιφάνειες δύσκολα διορθώνονται, ενώ το λακάρισμα επιτρέπει κάποιες διορθώσεις χάρις στο γυαλοχαρτάρισμα και το πέρασμα ενός άλλου χεριού.
 

Επιλέξτε το ξύλο προσεκτικά αποφεύγοντας τα γαλαζωμένα ξύλα, τα πορώδη και τα κηλιδωμένα.

Όταν βάφουμε καπλαμάδες, προσοχή στην κόλλα που δημιουργεί πρόβλημα βγαίνοντας από τους πόρους ειδικά όταν χρησιμοποιούμε βαφές νερού.

Γυαλοχαρτάρετε την επιφάνεια καλά στην διεύθυνση της ίνας με γυαλόχαρτο Νο 180-220

Γυαλοχαρτάρετε το ξύλο στα σόκορα που είναι πιο απορροφητικά με λεπτότερο νούμερο.

Καθαρίστε την σκόνη απ΄το τρίψιμο για ν'αποφύγετε κηλίδες απορρόφησης.

Ετοιμάστε την σωστή πάντα ποσότητα βαφής ώστε να μπορείτε να τελειώσετε την δουλειά, για να αποφεύγετε νέες ετοιμασίες βαφής με κίνδυνο την ομοιογένεια.

Όταν βάφουμε, η εργασία πρέπει να εκτελείται απ'το ίδιο άτομο, διότι αν αλλάξει χέρι αλλάζει και η ταχύτητα περάσματος και το αποτέλεσμα δεν θα είναι ομοιογενές.

Όταν βάφουμε μεγάλα κομμάτια με πιστόλι, περνάμε την βαφή σταυρωτά για καλύτερη ομοιομορφία.

Πριν απ' την έναρξη της εργασίας κάνετε πάντα μια δοκιμή, διότι ανάλογα με το χρησιμοποιούμενο ξύλο και την ποσότητα βαφής μπορεί να έχουμε διαφορετικά αποτελέσματα από το επιθυμητό.
 

Τις καλοκαιρινές περιόδους αραιώνετε το βερνίκι με ειδικά διαλυτικά μέχρι 10-15% για να γίνει καλύτερη η εφαρμογή και το άπλωμα.

Αποθηκεύετε τα βερνίκια σε χώρους ξηρούς και δροσερούς.

Τα βερνίκια νερού διατηρούνται σε θερμοκρασίες πάνω από 5 °C.

Κλείνετε καλά τα δοχεία γιατί αντιδρούν με την ατμοσφαιρική υγρασία και κινδυνεύουν να στερεοποιηθούν.